Από τα μαξιλάρια του καναπέ μου, πάντως, αισθάνθηκα κι εγώ η ίδια ψυχολογική βία. Αν κάτι μου έχει μείνει, αν κάτι μου ανήκει ακόμα σ’ αυτούς τους δύσκολους καιρούς που περνάμε, είναι η ελευθερία της σκέψης μου και το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Αν επιθυμώ να «ακούσω με την καρδιά» όπως προτρέπει η παράσταση του Λαέρτη Βασιλείου, θα το κάνω. Δε με ενδιαφέρει η γνώμη των άλλων, γιατί θέλω να σχηματίσω δική μου. Ειδικά σε μια χώρα, που διατείνεται πως γέννησε και τη δημοκρατία, αλλά και το θέατρο, το να βλέπω την «ιστορία να επαναλαμβάνεται», να θυμάμαι ξανά τα σκηνικά απείρου κάλλους έξω από τον κινηματογράφο “Embassy” στο Κολωνάκι το ‘88 όπου γινόταν η κινηματογραφική μεταφορά του Τελευταίου Πειρασμού του Καζαντζάκη και άλλες πολλές παρόμοιες, αν και τελικά ανούσιες εκδηλώσεις, είναι κάτι που με θλίβει. Σε έναν κόσμο που κάποιοι εδραίωσαν ακόμα και με το αίμα τους το δικαίωμά μου στην κριτική σκέψη και την ελεύθερη έκφραση, γεγονότα σαν τα χθεσινοβραδινά μόνο να με πείσουν πως αυτό το έργο, πρέπει οπωσδήποτε να το δω – με όποια έννοια θέλει καθένας να δώσει στο «έργο» - μπορούν. Άλλωστε, όπως πολύ έξυπνα διατύπωσε κάποιος στο διαδίκτυο, τα μυαλά είναι σαν τα αλεξίπτωτα. Δουλεύουν μόνο όταν είναι ανοιχτά.