Ποιος τραγουδούσε πού, το 1978

Θα βρούμε ονόματα που θα τρομάξουμε
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Η ιστορία μιας πόλης συνδέεται με τους χώρους εστίασης, τις ταβέρνες, τα μπαρ και τα καφενεία.

Συνδέεται με τους χώρους διασκέδασης και αναψυχής, με τα μπουζουξίδικα όπως τα έλεγαν παλιότερα ή μπουάτ ανάλογα με το είδος μουσικής που φιλοξενούσαν.

Οι μουσικές και τα τραγούδια που ακούγαμε συνόδευαν τις αστικές μας νευρώσεις και τους έρωτες που μεγάλωσαν και γέρασαν σε μικρά διαμερίσματα, σε ακάλυπτους και σε ανήλια υπόγεια.

Ο άνθρωπος ψάχνει να βρει συμμάχους γιατί τους έχει ανάγκη να τον συντροφεύουν στα συναισθήματα του, στις λύπες και στις χαρές του. Τους συμμάχους αυτούς, τους έβρισκε και τους βρίσκει ακόμα και σήμερα από τα τραγούδια και τους ερμηνευτές τους, που πάντα τον συνοδεύουν στις συναισθηματικές τους εξάρσεις αλλά και κλυδωνισμούς.

Όταν γυρνάς το βλέμμα σου προς τα πίσω γεμίζει η ψυχή σου με νοσταλγία, η οποία πολλές φορές είναι ευχή αλλά και άλλες φορές γίνεται ένα είδος κατάρας γιατί λειτουργεί αυτόματα μέσα σου το στοιχείο της σύγκρισης. Η σύγκριση είναι πολύ θετική διαδικασία γιατί σου προσφέρει τη δυνατότητα να τακτοποιήσεις και να αναδιατάξεις τα πράγματα στο μυαλό σου. Σου δίνει το δικαίωμα να ενθουσιάζεσαι, να απογοητεύεσαι, να αμφιβάλλεις, να φοβάσαι αλλά και να δοκιμάζεις.

Πριν λίγες ημέρες, σε ένα παλιό περιοδικό του 1978, μέσα σε μια σελίδα του υπήρχε μια λίστα με τα κέντρα διασκέδασης και των μπουάτ της εποχής, με τους καλλιτέχνες που εμφανίζονταν στους χώρους αυτούς. Η θέαση αυτής της λίστας σου δημιουργεί έναν νοσταλγικό συγκλονισμό για τα μυθικά πρόσωπα που συμμετείχαν σ ’εκείνες τις παραστάσεις αλλά από την άλλη πλευρά σε απογοητεύει με το φτωχό και μέτριο, άνυδρο σημερινό καλλιτεχνικό περιβάλλον.

Τι να πρωτοθυμηθείς και τι να αναπολήσεις, ιδιαίτερα όταν πολλά από αυτά τα έχεις ζήσει και τα έχεις βιώσει προσωπικά. Αν ήθελες να ακούσεις γνήσιο και τίμιο λαϊκό τραγούδι πήγαινες στο «Χάραμα» για τον Τσιτσάνη και τη Μπέλου, στο «Πανόραμα» για τον Γαβαλά, στο «Δέλτα» για τον Αγγελόπουλο και τη Πόλυ Πάνου, στο «Νοτούρνο» για τον Μπιθικώτση και στο «ΣΤΟΠ» για τη Καίτη Γκρέυ.

Αν ήθελες πιο ψαγμένες επιλογές και χώρους, όπου σημειολογικά με σημερινή ορολογία θα τους αποκαλούσαν έντεχνους και εντεχνολαϊκούς, μπορούσες να πας στη «Διαγώνιο» για να δεις τον Νταλάρα, τη Χαρούλα Αλεξίου και τη Δήμητρα Γαλάνη στο «Ζυγό» , τον Μαρίνο στη «Μέδουσα», τον Κώστα Χατζή στον «Σκορπιό» και τον Ξυλούρη στο «Θεμέλιο».

Εάν ήσουν κάποιος μεγαλύτερης ηλικίας μπορούσες να απολαύσεις τον Τόνυ Μαρούδα στον «Μύθο» και τη Νάντια Κωνσταντοπούλου με τα βιολιά του Τάκη Μωράκη στο «Πλακιώτικο Σαλόνι».

Εάν πάμε και μερικά χρόνια πιο πίσω θα βρούμε ονόματα που θα τρομάξουμε. Τότε οι τραγουδιστές λειτουργούσαν με μια αφαιρετικότητα στην ερμηνεία και απλώς προσθέτανε ορισμένα μελίσματα και πινελιές. Είχαν μια μοναδικότητα, μια λαϊκότητα, κάτι πολύ πρωτογενές, sui generis. Ήταν μια εποχή όπου ρουφούσαμε θα έλεγα τις στιγμές των φίλων μας, τις στιγμές από σημαντικές ταινίες και θεατρικές παραστάσεις, από τραγουδιστές και τραγούδια, με την ίδια ανάγκη να πιούμε νερό, να αναπνεύσουμε και να υπάρξουμε.

Εάν δεν έχεις μια στοιχειώδη γνώση του παρελθόντος, είσαι μετέωρος στο παρόν και δεν μπορείς να χαρτογραφήσεις το μέλλον. Το παρόν δεν είναι επαρκώς κατανοητό χωρίς να υπάρχει ιστορικό βάθος. Οπωσδήποτε τα γεγονότα αλλάζουν τις αναμνήσεις όταν μεσολαβεί μεγάλο χρονικό διάστημα ανάμεσα στη στιγμή που τα ζεις και σ αυτή που τα καταγράφεις. Η γνωριμία και η βίωση αυτώ των καταπληκτικών στιγμών και προσώπων που τις δημιούργησαν, όρισαν τις μουσικές συντεταγμένες αυτής της χώρας.

Σήμερα ζούμε την εποχή της απομάγευσης, αλλά δεν το κατανοούμε πλήρως επειδή ο πήχης είναι πολύ χαμηλά και εγκλωβιζόμαστε και συνηθίζουμε το χαμηλό του ύψος. Στον καλλιτεχνικό χώρο υπάρχει ένας αυτισμός και μια αμηχανία που οδηγεί σε μια παραλυτική εσωστρέφεια. Είναι πολύ σπάνιο να ακούσεις ένα τραγούδι με διακριτικό καλλιτεχνικό αίτημα και σήμα.

Σήμερα, τα μεγάλα τραγούδια του παρελθόντος και οι τεράστιοι ερμηνευτές τους αγνοούνται, εκτός ελαχίστων περιπτώσεων, από τους ραδιοφωνικούς σταθμούς που συμπεριφέρονται απέναντί τους σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Ασχολούνται μόνο με 20-30 καλλιτέχνες παίζοντας τα ίδια και τα ίδια σαν να εμποδίζουν την κληροδότηση μιας τεράστιας μουσικής ιστορίας στις νέες γενιές.

Αλλά όπως έγραφε ο Πάμπλο Νερούδα: «Μπορείς να κόψεις όλα τα λουλούδια, αλλά δεν μπορείς να εμποδίσεις την Άνοιξη να ‘ρθει».

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!