Μαρίνα Σπανού: «Μια Κασέτα Για Τον Δρόμο»

Ελληνική γυναικεία urban τραγουδοποιία για το 2024.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
03/04/2024

ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

Θάνος Μαντζάνας
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Aν το προσέξουμε υπάρχει μια διαφορά διεθνώς ανάμεσα στους/στις σημαντικότερους/ες τραγουδιποιούς των τελευταίων χρόνων σε σχέση με το παρελθόν. Οι περισσότεροι/ες έχουν ένα πολύ διακριτό «στίγμα» ως άνθρωποι και είναι αυτό που καταρχάς περνάει και στην δημιουργία τους και την κάνει ξεχωριστή.

Μόλις είκοσι ενός ετών η Μαρίνα Σπανού είναι κόρη του ηθοποιού Χρήστου Σπανού και σαφώς κληρονόμησε το ταλέντο του καθώς σπουδάζει στην δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Αγάπησε όμως και την μουσική και το τραγούδι και το έδειξε από πολύ νωρίς με έναν καθαρά δικό της τρόπο. Από το καλοκαίρι που τελείωσε το σχολείο – και καθώς η πανδημία ήταν ακόμα σε έξαρση – άρχισε να παίζει μόνη της, συνοδεύοντας με την κιθάρα της την φωνή της, στον πεζόδρομο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, όπως κάνουν και αρκετοί/ές άλλοι/ες μουσικοί.

Αρχικά έπαιζε διασκευές ξένων και ελληνικών τραγουδιών αλλά σιγά – σιγά άρχισε να αντικαθιστά όλο και περισσότερα από αυτά με δικά της που είχε ξεκινήσει να γράφει σε ακόμα νεαρότερη ηλικία. Η διαδικασία αυτή την βοήθησε να καλλιεργήσει τα εκφραστικά μέσα της ωριμάζοντας πολύ πιο σύντομα από όσο θα συνέβαινε σε άλλη περίπτωση αλλά και να δοκιμαστεί στην σχέση της με το κοινό και μάλιστα με πολύ πιο άμεσο τρόπο από ό,τι άλλοι.

Το κυρίως νεανικό κοινό που περνάει ή και συχνάζει στην περιοχή ανταποκρίθηκε αμέσως πολύ θετικά, πρώτα στην συνολική παρουσία της και στη συνέχεια στα τραγούδια της και ένα μεγάλο μέρος του έγινε φανατικό της. Διαπιστώνοντα το άρχισε να ανεβάζει βίντεο των τραγουδιών της, πρώτα από τις εμφανίσεις της και μετά σκηνοθετημένα από την ίδια και με μηδαμινά τεχνικά μέσα, στο youtube και το Tik-Tok διευρύνοντας ακόμα περισσότερο το κοινό της. Αυτό οδήγησε στην κυκλοφορία του πρώτου album της «Κι Αν Μαραθεί», στο μεγαλύτερο μέρος του ηχογραφημένο από την ίδια με επίσης στοιχειώδη τεχνικά μέσα, σε δική της ανεξάρτητη παραγωγή που άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις.

Πέρα από τον πολύ ιδιαίτερο τρόπο που σχεδίασε και έκανε τα πρώτα βήματα της μουσικής διαδρομής της, μόνη της και χωρίς την βοήθεια κανενός και καμίας, ούτε καν του πατέρα της, το δεύτερο στοιχείο που χαρακτηρίζει την Μαρίνα Σπανού είναι η εντοπιότητα της. Δεν πρέπει να συγχέουμε την εντοπιότητα με τον τοπικισμό γιατί είναι εντελώς διαφορετικά πράγματα. Εντοπιότητα είναι η αίσθηση ότι προέρχεσαι από έναν συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο, εντάσσεσαι σε αυτόν και εκεί λειτουργείς καλύτερα από οπουδήποτε αλλού.

0fb34735-3a71-6366-a6d7-b79cc1d0e51b.jpg

Όπως ακριβώς και οι Θεσσαλονικείς Ψύλλοι Στ’Αχυρα (κείμενο μου για τον δεύτερο δίσκο τους αναρτήθηκε πριν λίγες ημέρες) η εντοπιότητα της Μαρίνας Σπανού είναι περισσότερο και από έντονη. Όπως προανέφερα ξεκίνησε κα καταξιώθηκε με τις αυτοσχέδιες ζωντανές εμφανίσεις της στην Διονυσίου Αρεοπαγίτου, έναν από τον εμβληματικότερους (πεζο)δδρόμους της Αθήνας που εφάπτεται του λόφου της Ακρόπολης, περνάει από το ύψος του Παρθενώνα και καταλήγει στο Θησείο. Τα τραγούδια της βρίθουν αναφορών σε περιοχές και τοπωνύμια της πρωτεύουσας. Αγαπά την Αθήνα με όλα τα άσχημα της και αισθάνεται πιο άνετα εδώ από ό,τι οπουδήποτε αλλού.

Πριν λίγες ημέρες η Μαρίνα Σπανού κυκλοφόρησε το δεύτερο album της «Μια Κασέτα Για Τον Δρόμο» για το οποίο θα πω εξαρχής ότι, αν και μεσολάβησε πολύ λίγος χρόνος από το πρώτο, είναι κατά πολύ ωριμότερο εκείνου και βέβαια με τα δύο χαρακτηριστικά στοιχεία της ακόμα πιο έντονα. Η παραγωγή αυτή τη φορά είναι σαφώς πιο επαγγελματική, με τον εξαιρετικά έμπειρο Nick Ottomo Angloupas να υπογράφει τόσο την ηχογράφηση όσο και αυτήν. Μια σφιχτοδεμένη μπάντα, ένα rock κουαρτέτο που αποτελείται από τον κιθαρίστα Αλέκο Βουλγαράκη, τον πιανίστα/κιμπορντίστα Γιώργο Κουρέλη, τον μπασίστα Κωστή Βήχο και τον ντράμερ Αποστόλη Μπουρνιά συνοδεύει άκρως αποτελεσματικά την ερμηνεία και την κιθάρα της δημιουργού.

H Μαρίνα Σπανού έχει το χάρισμα να γράφει πηγαίες μελωδίες με ένα καθαρά προσωπικό ύφος. Εχει αναφορές στο rock και σε αρκετά ακόμα ιδιώματα και, παρά την εντοπιότητα της και το ότι υπάρχουν και λίγα επιλεκτικά ελληνικά μουσικά στοιχεία, θα μπορούσαν να έχουν γραφτεί στις ΗΠΑ, την Αγγλία ή σε μία άλλη ευρωπαϊκή χώρα.

Το μόνο σίγουρο πάντως είναι ότι δεν θυμίζει σε τίποτα το «έντεχνο» (λόγιο) ελληνικό τραγούδι. Ακόμα και στη μία περίπτωση που χρησιμοποιεί καθαρά ελληνική φόρμα, του νησιώτικου τραγουδιού στο «Πανσέληνος Και Τρία Αστέρια», δεν το κάνει προσπαθώντας να την απομιμηθεί και ούτε πολύ περισσότερο σαν να έχει πάει σε ένα νησί για να την παίξει αλλά την προσεγγίζει όπως και οτιδήποτε άλλο, μια τραγουδοποιός από αστικό περιβάλλον με την κοινής προέλευσης μπάντα της. Η urbanity της όμως δεν είναι η «φολκλορική» και αρκετά βεβιασμένη της - για παράδειγμα - Μαρίνας Σάττι αλλά πολύ πιο βαθιά, σχεδόν βιωματική και για αυτό πολύ πιο ουσιώδης.



Η Μαρίνα Σπανού διαθέτει μια φωνή με πολλές δυνατότητες και επίσης με νεανική, «φρέσκια» και δροσερή χροιά. Όμως δεν «πρωταγωνιστεί» στα τραγούδια της, είναι ένα ακόμα όργανο με την επιπλέον πολύ σημαντική παράμετρο ότι αποδίδει – και μεταδίδει – το στιχουργικό περιεχόμενο των τραγουδιών. Αυτή είναι μια καθοριστική διαφορά της για παράδειγμα με τη Monika τα τραγούδια της οποίας εξαρχής ήταν σε μεγάλο βαθμό όχημα για την φωνή της και αυτό έγινε ακόμα πιο έντονο στο πέρασμα του χρόνου. Είναι φανερή επίσης στην «παραστατικότητα» της ερμηνείας της, έστω και αν δεν την έχει ακόμα ολοκληρώσει.

Ως προς αυτό αξίζει να θυμηθούμε ότι ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, πριν αρχίσει την μουσική διαδρομή του, σπούδασε επίσης στην δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου και μάλιστα έπαιξε και σε μερικές παραστάσεις του κατά την διάρκεια και μετά το πέρας των σπουδών του. Είναι φανερή η σημασία αυτού του γεγονότος στην θεατρικότητα της ερμηνείας του η οποία τον έκανε να ξεχωρίσει από την πρώτη στιγμή αλλά και στο ότι και εκείνος δεν αισθάνεται καμία ανάγκη να προβάλλει ή πολύ περισσότερο να κάνει επίδειξη της φωνής του αλλά την εντάσσει στο συνολικό μουσικό πλαίσιο των τραγουδιών του, υπηρετώντας αυτά και ποτέ το αντίθετο. Όπως και εκείνος η Μαρίνα Σπανού είναι πρώτα τραγουδοποιός και μετά ερμηνεύτρια.

Στιχουργικά το «Μια Κασέτα Για Τον Δρόμο» είναι το χρονικό μιας ερωτικής σχέσης που, παρά τις δυσκολίες και την φθορά της καθημερινότητα, για πολύ ευπρόσδεκτη αλλαγή δεν έχει αποτύχει ή διακοπεί αλλά συνεχίζεται. Ταυτόχρονα όμως είναι και κάτι σαν ημερολόγιο λίγων χρονών από την ζωή ενός νέου ανθρώπου, μιας κοπέλας, σε ένα συγκεκριμένο χωροχρονικό αλλά και κοινωνικό πλαίσιο.

Τα τραγούδια του «Μια Κασέτα Για Τον Δρόμο» μιλούν για την πραγματικότητα, μικρά γεγονότα και πράγματα που όμως εντέλει καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την ζωή ενός ανθρώπου. Υπάρχουν και πάλι πολλές αναφορές σε τόπους, Παγκράτι και Κυψέλη αλλά και Επίδαυρο, Ανδρο, Ικαρία, Τήνο, ακόμα και στο Λονδίνο. Όλα αυτά όμως με την οπτική μιας Αθηναίας που γνωρίζει πολύ καλά ότι σε όλα αυτά τα μέρη βρίσκεται για μερικές ημέρες ξεκούρασης και επαναφόρτισης, χωρίς την επιθυμία και πολύ περισσότερο δίχως να πιστεύει ότι είναι εκεί για πάντα ή την αφέλεια ότι εκεί «ανήκει». Αν ίσχυε το τελευταίο πολύ απλά θα πήγαινε να ζήσει εκεί και δεν θα επέστρεφε στον φυσικό και κοινωνικό χώρο της, την Αθήνα.

Δέκα κομμάτια, εννέα τραγούδια που στο πρώτο όμως από αυτά, το «Παγωτό Φιστίκι», η φωνή απαγγέλει ένα κείμενο γεμάτο αγάπη για την ζωή και για αυτό αισιόδοξο και με ένα επίσης διαφορετικό από τα συνηθισμένα φινάλε. Περισσότερο μάλλον ένας επίλογος, μια σύντομη, πιανιστική εκδοχή του θέματος του «Παγωτό Φιστίκι», χωρίς φωνή αλλά έχοντας για τίτλο έναν στίχο εκείνου. «Σ’ αγαπώ, να προσέχεις, φιλιά»…Απλές, καθημερινές αλλά και αληθινές λέξεις που περιγράφουν λιτά εξίσου αληθινά συναισθήματα. Γιατί μόνο τα μη γνήσια συναισθήματα προσπαθούν με περίτεχνα λόγια να πείσουν άλλους/ες για το μέγεθος και την σημασία τους. Τα αληθινά συναισθήματα τα γνωρίζουν πολύ καλά και αφορούν μόνο τους δύο ανθρώπους που τα βιώνουν.



Μέσα από το «Μια Κασέτα Για Τον Δρόμο» προβάλλει ανάγλυφη η εικόνα μιας νέας γυναίκας βαθιά συναισθηματικής αλλά καθόλου «ρομαντικής», τρυφερής αλλά όχι γλυκερής, πολύ ευαίσθητης αλλά και με μεγάλη εσωτερική δύναμη. Ενός ανθρώπου με ήδη πλήρη διανοητική και ψυχολογική συγκρότηση και απόλυτα ρεαλιστή. Αλλά και μιας δημιουργού που γνωρίζει πολύ καλά τι θέλει να πει, πώς να το πει και κυρίως γιατί το λέει.

Η Μαρίνα Σπανού είναι ξεχωριστή και μόνο για το γεγονός ότι στο πολύ ισχυρό ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 κίνημα των τραγουδοποιών – ερμηνευτών που έχει δώσει τόσα πολλά σημαντικά πράγματα στην ελληνική μουσική είναι μία από τις μετρημένες το πολύ στα δάκτυλα των δύο χεριών γυναίκες εκπροσώπους του. Για κάποιο λόγο μου φέρνει στο νου μια τραγουδοποιό – ερμηνεύτρια μιας άλλης εποχής και εντελώς διαφορετικής. Είναι η μέγιστη Joni Mitchell, κατά τη γνώμη μου κατά πολύ ανώτερη από την σύγχρονη της Joan Baez που όμως την επισκίασε αφενός λόγω της πολύ έντονης πολιτικοποίησης της η οποία εξέφραζε πολύ περισσότερο το κλίμα του τέλους της δεκαετίας του ’60 και αφετέρου εξαιτίας της ομολογουμένως πολύ εντυπωσιακής φωνής της. Η Joni Mitchell ήταν μία απολύτως ολοκληρωμένη μουσικός που τα τραγούδια της επικοινωνούσαν και εμπνέονταν από ιδιώματα εντελώς ξένα για το folk rock κίνημα στο οποίο αρχικά εντασσόταν (κυρίως η jazz όπως στο αριστούργημα της, το «Hejira» του ’76 και στη συνέχεια στο «Mingus» toy ’79, το album της με διασκευές συνθέσεων του κορυφαίου κοντραμπασίστα Charles Mingus) η οποία ήταν επίσης από την αρχή μια συγκροτημένη στο έπακρο σε όλα τα επίπεδα προσωπικότητα και με έναν εντελώς προσωπικό κόσμο, ένα καθαρά δικό της σύμπαν.

Σε μιαν άλλη και τρομερά διαφορετική χωροχρονική συνθήκη η Μαρίνα Σπανού διαθέτει όλα αυτά τα χαρακτηριστικά και επίσης έναν δικό της κόσμο. Έναν κόσμο που τμήματα του εκφράζει μέσα από τα τραγούδια της, προσκαλώντας όποιον και όποια θέλει να εισέλθει σε αυτόν. Προσκαλώντας και ποτέ εξαναγκάζοντας με οποιοδήποτε τρόπο και, όσο και αν φυσικά χαίρεται όταν τον μοιράζεται με άλλους και άλλες, δεν θα την πείραζε και χωρίς αμφιβολία θα το έκανε ακόμα και αν κανένας και καμία δεν ενδιαφερόταν για αυτόν. Γιατί αυτό το οποίο διαχωρίζει τους/τις σπουδαίους/ες δημιουργούς από εκείνους/ες που εκτός από σπουδαίοι/ες είναι και αληθινοί/ές είναι το ότι κίνητρο για τους/τις δεύτερους/ες είναι ακριβώς η εσωτερική, έμφυτη ανάγκη τους να δημιουργούν.

Η δημιουργία για την Μαρίνα Σπανού είναι μια τέτοια ανάγκη και αν συνεχίσει να την ικανοποιεί με τον ίδιο τρόπο θα διακινδυνεύσω την πρόβλεψη ότι τα επόμενα χρόνια θα μας απασχολήσει πάρα πολύ με κατά πολύ σημαντικότερα πράγματα από το πραγματικά εξαίρετο από πάσης πλευράς «Μια Κασέτα Για Τον Δρόμο».

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!