Σταύρος Κουγιουμτζής – Το πρώτο του τραγούδι (60 χρόνια μετά)

(ΣΠΑΝΙΟ ΗΧΗΤΙΚΟ & VIDEO) Το «Περιστεράκι» του Σταύρου Κουγιουμτζή και οι μνήμες του συνθέτη από τη συμμετοχή του στο Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού του ΕΙΡ
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
«Έτσι άκουσα το πρώτο μου τραγούδι…»

Πριν από λίγες μέρες, συνειδητοποίησα πως το 2021 συμπληρώθηκαν εξήντα χρόνια από την πρώτη συμμετοχή του Σταύρου Κουγιουμτζή στο Τρίτο Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού του ΕΙΡ και την ηχογράφηση του πρώτου του τραγουδιού.

Ήταν 2 Ιουλίου του 1961, όταν το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας (ΕΙΡ) διοργάνωσε, στο θερινό νυχτερινό κέντρο «Αθηναία», το Τρίτο Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού. Στο τέλος της βραδιάς ο Γενικός Διευθυντής του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας Κωστής Μπαστιάς απένειμε το πρώτο βραβείο στον Μίκη Θεοδωράκη για την «Απαγωγή» (σε στίχους δικούς του), με τη Μαίρη Λίντα και το δεύτερο βραβείο στον Μάνο Χατζιδάκι για το «Κουρασμένο παλικάρι» (σε στίχους Νίκου Γκάτσου), που τραγούδησε η Νάνα Μούσχουρη.

Εκείνη τη βραδιά ο Σταύρος Κουγιουμτζής έκανε το ντεμπούτο του στο ελληνικό τραγούδι και απέσπασε έπαινο, με το «Περιστεράκι» σε μουσική και στίχους δικούς του, που τραγούδησε η Ζωή Κουρούκλη και διηύθυνε ο Κώστας Κλάββας.

Πολλά χρόνια μετά, το 1998, στις αφηγήσεις του στο Δεύτερο Πρόγραμμα του Ραδιοφωνικού Σταθμού της Μακεδονίας της ΕΡΤ 3, που αποτυπώθηκαν στο βιβλίο «Ανοιχτά παράθυρα με κλειστά παντζούρια» *, ο Σταύρος Κουγιουμτζής θυμήθηκε εκείνες τις στιγμές αγωνίας και συγκίνησης:

“Ένα απόγευμα έπινα καφέ στο καφενείο των μουσικών, που ήταν στην παραλία, δίπλα ακριβώς από τον κινηματογράφο «Παλλάς». Εκεί μαζευόντουσαν οι μουσικοί. Παίζαν τάβλι, χαρτιά και περίμεναν για καμιά δουλειά. Εγώ τον περισσότερο καιρό ήμουν άνεργος. Δεν είχα καλό όνομα σαν πιανίστας – όπως σας είπα, δεν μου άρεζε η ελαφρά μουσική, γι’ αυτό δεν απέδιδα. Έτσι οι άλλοι μουσικοί δεν με προτιμούσαν. Και είχαν δίκιο οι άνθρωποι. Γιατί, τι τους ενδιέφεραν αυτούς στο κάτω – κάτω τα δικά μου καπρίτσια; Αυτοί ήταν επαγγελματίες και κοίταζαν να κάνουν καλά τη δουλειά τους.

Καθώς έπινα τον καφέ μου και χάζευα τη θάλασσα, είδα στο διπλανό τραπέζι αφημένη μια εφημερίδα του καφενείου. Την πήρα κι άρχισα να την ξεφυλλίζω. Σταμάτησα σε μια στήλη που έγραφε «Εγκρίθηκαν τα δεκαπέντε τραγούδια για το Φεστιβάλ του ΕΙΡ» και στη συνέχεια είχε τα ονόματα των συνθετών, των στιχουργών και τους τίτλους των τραγουδιών. Μάνου Χατζιδάκι «Ο κυρ – Αντώνης», «Κουρασμένο παλικάρι», Μίκη Θεοδωράκη «Η απαγωγή», Κώστα Κλάββα κτλ. Αφού διάβασα κάνα – δυο ονόματα ακόμα, πέφτει το βλέμμα μου και στο δικό μου. Έβγαλα το μαντίλι μου, καθάρισα τα γυαλιά μου και ξαναδιάβασα, Σταύρου Κουγιουμτζή, «Το περιστεράκι». Πέταξα απ’τη χαρά μου. Ήταν ένα τραγούδι που είχα στείλει πριν από ένα μήνα για τον διαγωνισμό του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας 1961. Ήταν το τρίτο και τελευταίο Φεστιβάλ του ΕΙΡ.

Σηκώθηκα και πήγα στο σπίτι. Το είπα στη μητέρα μου, η οποία δάκρυσε από χαρά η καημένη. Μετά έτρεξα να βρω τους φίλους μου…

…Σε δυο – τρεις μέρες μου στείλανε μια επιστολή από το ΕΙΡ, που με βεβαίωνε και επίσημα ότι πέρασα μέσα στα δεκαπέντε και με καλούσαν να κατέβω στην Αθήνα, για τα περαιτέρω.

Πήραμε το τρένο μαζί μ’ένα φίλο μου και ξεκινήσαμε. Ήταν η πρώτη φορά που κατεβαίναμε στην Αθήνα και ζαλιστήκαμε. Πολύς κόσμος, πολλά αυτοκίνητα, πολλή φασαρία. Σκέτο τρελοκομείο. Πού πάνε, ρε, όλοι αυτοί, λέγαμε. Τότε η Θεσσαλονίκη ήταν ακόμα μια ειδυλλιακή πόλη. Τέλος, ρωτώντας από δω κι από κει, φτάσαμε στη Ρηγίλλης, που ήταν τα γραφεία του ΕΙΡ. Μπήκα σ’ένα γραφείο κι ο φίλος μου περίμενε απ’έξω. Σε λίγο βγήκα, κρατώντας και μια πρόσκληση για δυο άτομα. Το Φεστιβάλ θα γίνονταν την Κυριακή στον Ιππόδρομο. Ούτε ξέραμε κατά πού είναι. Το «Περιστεράκι» θα το τραγουδούσε η Ζωή Κουρούκλη και θα το διηύθυνε ο Κώστας Κλάββας, όπως κι έγινε.

Εγώ, χάρηκα ιδιαίτερα με την πρόσκληση, γιατί θ’αποζημίωνα κατά κάποιον τρόπο το φίλο μου, που τον ταλαιπώρησα κουβαλώντας τον μαζί μου στην Αθήνα. Ένιωθα μια ανασφάλεια, γι’αυτό ήθελα να’χω κάποιον μαζί μου. Τότε είχα τους φίλους μου κι αργότερα τη γυναίκα μου. Και στο στούντιο ακόμα όταν πήγαινα, ήθελα να’ναι μαζί μου και η Αιμιλία. Κάποιες κακές γλώσσες τότε λέγαν: «Τον έβαλε στο βρακί της η γυναίκα του». Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα. Όπως σας είπα, είχα και έχω μιαν ανασφάλεια, γι’ αυτό θέλω να’χω κάποιον δίπλα μου. Ας είναι όμως. Κάποτε έφτασε η Κυριακή κι εγώ με το φίλο μου είχαμε μια επί πλέον χαρά, γιατί θα γνωρίζαμε από κοντά τον Μάνο Χατζιδάκι και τον Μίκη Θεοδωράκη, μιας και συμμετείχαν κι αυτοί στο Φεστιβάλ. Αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε. Τι να ετοιμαστούμε δηλαδή; Ένα ξύρισμα κι ένα χτένισμα. Μέναμε σ’ένα ξενοδοχείο, σ’ένα στενό κοντά στην Ομόνοια. Για μια στιγμή έβγαλα από την τσέπη του παντελονιού μου την πρόσκληση και την ξαναδιάβασα με καμάρι. Ξαφνικά έμεινα. Κάτω και δεξιά έγραφε κάτι που δεν το είχα προσέξει μέχρι τότε. Έλεγε, «με μαύρο επίσημο ένδυμα». Εμείς ήμασταν μ’ένα παντελόνι κι ένα κοντομάνικο πουκάμισο. Πού να το βρούμε το επίσημο ένδυμα. «Τι λένε, ρε Θόδωρε, αυτοί; » λέω στον φίλο μου. Του ‘δωσα την πρόσκληση και διάβασε κι εκείνος, «με μαύρο επίσημο ένδυμα». «Τι κάνουμε τώρα;» μου λέει. «Ξέρω κι εγώ, πάμε κατά κει και βλέπουμε».

Τραβήξαμε για τον Ιππόδρομο. Εκεί μέσα είχε ένα κέντρο, απ’ότι θυμάμαι, πολυτελείας. Σ’αυτό το κέντρο θα γίνονταν το Φεστιβάλ. Στην είσοδο του Ιππόδρομου ερχόντανε συνέχεια αυτοκίνητα και κατέβαιναν από μέσα κυρίες με πλούσια φορέματα και άντρες με μαύρα σακάκια, σμόκιν και γραβάτες κτλ. Καθώς τα έβλεπα όλα αυτά, γυρίζω στον φίλο μου και του λέω. «Δεν γίνεται τίποτα, Θόδωρε, πάμε να φύγουμε». «Κάτσε, ρε, λίγο», μου λέει, «τι βιάζεσαι;» Μείναμε και κοιτάζαμε τις κυρίες και τους κυρίους που μπαίνανε μέσα. Όλοι με προσκλήσεις. Δεν ήταν με εισιτήριο και τα άτομα καμιά διακοσαριά όλα κι όλα. Πρόσεξα πως το κέντρο που θα παίζονταν τα τραγούδια απείχε καμιά πενηνταριά μέτρα από τον φράχτη. Τελικά, βρήκαμε μια λύση. Πήγαμε και κολλήσαμε στον φράχτη και ακούγαμε τα τραγούδια. Ο δρόμος είχε πολλή κίνηση, γιατί ήταν Κυριακή και ακούγονταν κορναρίσματα, μαρσαρίσματα, εμείς όμως εκεί. Απ’τη μια βρίζαμε τ’αυτοκίνητα κι απ’την άλλη κολλημένοι στον φράχτη ακούγαμε.

Έτσι άκουσα το πρώτο μου τραγούδι.

Ο φίλος μου, που μου έκανε παρέα σ’όλη εκείνη την περιπέτεια, είναι ο Θεόδωρος Μιμίκος. Ήμασταν τότε συμμαθητές στην αρμονία, στην αντίστιξη και στη φούγκα, στην τάξη του Σόλωνα Μιχαηλίδη. Αργότερα έγινε καθηγητής στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης και σήμερα είναι διευθυντής του Δημοτικού Ωδείου Θεσσαλονίκης. Παράλληλα γράφει κλασική μουσική.

Σ’ εκείνο το Φεστιβάλ, το πρώτο βραβείο το πήρε ο Θεοδωράκης με την «Απαγωγή», το δεύτερο ο Χατζιδάκις και το τρίτο ο Κουρουπός. Εγώ απλώς πήρα έναν έπαινο.

Σε λίγες μέρες, με ειδοποίησε ο Πατσιφάς, ο διευθυντής της «Φιντέλιτυ», να περάσω από το υποκατάστημα της εταιρείας στη Θεσσαλονίκη, για να μου δώσουν το δισκάκι μου. Είχε κυκλοφορήσει. Η λέξη δισκάκι κι όχι δίσκος μ’ενόχλησε. Εγώ ήξερα δίσκος, γιατί τώρα δισκάκι; Ήταν η εποχή που είχαν καταργηθεί οι δίσκοι γραμμοφώνου και κυκλοφορούσαν εκείνα τα όντως μικρά δισκάκια των σαράντα πέντε στροφών. Εγώ όμως αυτό δεν το ήξερα, γιατί δεν είχα πικ – άπ και έμενα με την εντύπωση ότι το τραγούδι μου θα κυκλοφορήσει σε μεγάλο δίσκο. Νόμιζα μάλιστα ότι θα’χε μια από κείνες τις όμορφες ετικέτες που τόσο με είχανε μαγέψει, όταν ήμουν μικρός. Τέλος, πήρα το δισκάκι στα χέρια μου, αυτό το άχαρο πράγμα, και το κοίταζα. Διάβασα την ετικέτα. Σταύρου Κουγιουμτζή, «Το περιστεράκι». Αυτό με συγκίνησε. Θυμήθηκα έναν καθηγητή από το Γυμνάσιο, που όταν στα διαλείμματα κάποιοι μαθητές γράφαν στον πίνακα τα ονόματά τους, αυτός μας έλεγε «Να μη γράφετε εσείς το όνομά σας. Δεν έχει καμιά αξία, άλλοι να σας το γράφουν»”.


Το «Περιστεράκι» ηχογραφήθηκε σε ενορχήστρωση του Κώστα Κλάββα με τη φωνή της Ζωής Κουρούκλη και κυκλοφόρησε σε δίσκο 45 στροφών (Philips 7742 & Philips Minigroove 332042). Από την άλλη πλευρά, ο δίσκος είχε «Το βαλς της ρουτίνας» του Κωστή Χαιρόπουλου με ερμηνεύτρια τη Ζωή Μάγκου, ένα τραγούδι που είχε επίσης ακουστεί στο ίδιο Φεστιβάλ. Αργότερα, πάντα στα πρώτα χρόνια του ’60, το «Περιστεράκι» ηχογραφήθηκε με την Ορχήστρα Ελαφράς Μουσικής του ΕΙΡ και ερμηνεύτριες όπως η Τζένη Βάνου (ηχογράφηση που κυκλοφόρησε τα νεότερα χρόνια σε cd), η Νάνα Μούσχουρη, η Μαίρη Λίντα, η Νίκη Καμπά, η Νινή Ζαχά και η Εύη Μυλοπούλου.

Στο video μπορείτε να ακούσετε το σχετικό απόσπασμα από τις αφηγήσεις του Σταύρου Κουγιουμτζή και το «Περιστεράκι» με τη φωνή της Ζωής Κουρούκλη.


Σαράντα τρία χρόνια μετά, στις 18 Δεκεμβρίου 2004, το «Περιστεράκι» ακούστηκε από την πρώτη του ερμηνεύτρια σε ένα από τα πρώτα επεισόδια του «Στην υγειά μας» με τον Σπύρο Παπαδόπουλο, το οποίο ήταν αφιερωμένο στον Σταύρο Κουγιουμτζή. Έπαιξαν οι μουσικοί: Δημήτρης Ψαρράς, Δημήτρης Ατζέμης και Παύλος Παφρανίδης (μπουζούκι), Κώστας Ματσίγκος (κιθάρα), Θανάσης Μπιλιλής (πιάνο) και Θοδωρής Χριστόπουλος (ακορντεόν). Η σκηνοθεσία ήταν του Νίκου Σούλη.

*Πηγή: Σταύρος Κουγιουμτζής «Ανοιχτά παράθυρα με κλειστά παντζούρια» (Εκδόσεις «Εντευκτήριο» 1998).

02. Stavros Peristeraki

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!